Του Χαρίδημου Κ. Τσούκα*
Για την αντιμετώπιση της πανδημίας οι κυβερνήσεις έχουν στραφεί, εδώ κι έναν χρόνο, στους ειδικούς – επιζητούν τις συμβουλές, κατά κανόνα, λοιμωξιολόγων, επιδημιολόγων, κλπ. Τα κίνητρά τους είναι ανάμικτα. Στην ευγενή τους εκδοχή, οι συμβουλές των εμπειρογνωμόνων είναι πολύτιμες, στο μέτρο που κομίζουν αξιόπιστη γνώση. Στην ιδιοτελή τους εκδοχή, η γνώμη των ειδικών παρέχει το άλλοθι στις κυβερνήσεις για να αποφασίζουν αντιδημοφιλή μέτρα – «το λένε οι ειδικοί». Η γνώση, τότε, των «ειδικών» δεν υιοθετείται τόσο για την αξιοπιστία της όσο για την πολιτική χρησιμότητά της.
Όσοι πιστεύουμε στην ορθολογική δημόσια πολιτική χαρήκαμε, κατ’ αρχάς, με την εμπλοκή των ειδικών στη διαχείριση της πανδημίας. Προτιμώ να ακούει η κυβέρνηση τις εισηγήσεις των ειδικών παρά τις συμβουλές των οργανωμένων συμφερόντων, των πάσης φύσεως «κολλητών» ή των κομματικών εγκαθέτων. Υπό δύο όρους, όμως: πρώτον, οι εισηγήσεις των ειδικών να θεωρούνται ως αυτό που είναι – «εισηγήσεις». Τις αποφάσεις, στη δημοκρατία, τις παίρνουν οι εκπρόσωποί μας, μετά από ορθολογική διαβούλευση, όχι οι τεχνοκράτες. Και δεύτερον, οι εκπρόσωποί μας να βουλεύονται ορθά – δηλαδή, να θέτουν κρίσιμα ερωτήματα, να αναζητούν τεκμηρίωση, να προβληματίζονται για αντικρουόμενες αξίες, και να αιτιολογούν τις αποφάσεις τους.
Γιατί αυτοί οι όροι; Πρώτον, οι ειδικοί δεν ομογνωμούν απαραίτητα – δείτε λ.χ. τις διαφορετικές απόψεις στο εσωτερικό της Συμβουλευτικής Επιστημονικής Επιτροπής (ΣΕΕ) που συμβουλεύει την κυβέρνηση για την πανδημία· δείτε, επίσης, τις διαφορετικές προσεγγίσεις των ειδικών σε διαφορετικές χώρες αναφορικά με την πανδημία, με χτυπητό παράδειγμα τη Σουηδία έναντι των περισσοτέρων ευρωπαϊκών χωρών. Δεύτερον, ακόμη και η πιο τεχνοκρατική απόφαση ερείδεται σε ένα υποκείμενο πλέγμα αξιών. Αν, για παράδειγμα, θεωρείς ότι πρέπει να ανοίξει η εστίαση αλλά όχι τα Γυμνάσια, η εισήγησή σου ελαύνεται από την αξιακή προτεραιότητα της οικονομίας έναντι της παιδείας. Αν θεωρείς ότι είναι προτιμότερο να είναι κλειστές οι εκκλησίες, προκρίνεις την προστασία της δημόσιας υγείας από την προστασία της ελευθερίας της θρησκευτικής πίστης. Τρίτον, ακριβώς επειδή όλες οι αποφάσεις έχουν αξιακές προκείμενες, στη δημοκρατία μόνον οι θεσμικώς αρμόδιοι νομιμοποιούνται να τις λαμβάνουν. Αυτοί, φυσικά, είναι οι πολιτικοί εκπρόσωποί μας. Οι αποφάσεις τους οφείλουν να απορρέουν από ορθή διαβούλευση.
Ο Αριστοτέλης θεωρούσε την πολιτική ως τέχνη υπέρτερη κάθε άλλης ακριβώς γιατί ο πολιτικός καλείται να σταθμίζει με ευθυκρισία αντικρουόμενα συμφέροντα, αποκλίνουσες αντιλήψεις, και αντίθετες προτεραιότητες. Οι αρχαίοι το ήξεραν καλά: η διακυβέρνηση δεν απορρέει από κάποιο σύστημα επιστημονικής γνώσης αλλά βασίζεται ουσιωδώς στη «δόξα» – τη γνώμη των πολλών. Οι νόμοι της αρχαίας Αθήνας, μας θυμίζει ο Κορνήλιος Καστοριάδης, άρχιζαν με τη φράση «έδοξε τη Βουλή και τω Δήμω». Το ερώτημα είναι: πώς αποκτούμε τη συλλογική «δόξα»;
Όσοι, λοιπόν, πολιτικοί – βουλευτές και υπουργοί – δεν θέτουν κρίσιμα ερωτήματα στους ειδικούς και δεν σταθμίζουν τις εισηγήσεις των ειδικών, δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους. Είτε κρύβονται ιδιοτελώς για να μην αναδεχθούν την ευθύνη, είτε επιδεικνύουν διανοητική νωθρότητα, πιστεύοντας άκριτα τους τεχνοκράτες. Αυτό συμβαίνει σήμερα με την κυβέρνηση γενικά, και τον Υπουργό Παιδείας ειδικά.
Μετά την πρόσφατη συνεδρία του Υπουργικού Συμβουλίου στο Προεδρικό Μέγαρο, ο κ. Προδρόμου δήλωσε: «Στη σημερινή συνεδρία του Υπουργικού Συμβουλίου, ο Υπουργός Υγείας ενημέρωσε το Συμβούλιο για τη υγειονομική κατάσταση της χώρας και μετέφερε και τις εισηγήσεις της Ειδικής Συμβουλευτικής Επιτροπής των Επιδημιολόγων. Οι διαπιστώσεις των ειδικών είναι ότι η επιδημιολογική κατάσταση παραμένει κρίσιμη, ότι συντρέχει λόγος να δείξουμε προσοχή, ανάμεσα σε άλλα, και στα σχολεία και ότι θα πρέπει – κάτι με το οποίο συμφωνούμε- ταυτόχρονα να λάβουμε υπόψη και τον συναισθηματικό, ψυχολογικό παράγοντα στον μαθητικό πληθυσμό. Στη βάση αυτών των δεδομένων, αποφάσεις θα ληφθούν στην επόμενη συνεδρία του Υπουργικού Συμβουλίου, ταυτόχρονα με τη λήξη ισχύος των αποφάσεων που είχαμε λάβει στη βάση εισηγήσεων και πάλι της ομάδας των επιδημιολόγων» (paideia-news.com).
Τι καταλαβαίνετε; Τι λέει ο αρμόδιος Υπουργός Παιδείας; Να ανοίξουν τα Γυμνάσια ή όχι; Προσέξτε την κενότητα της δήλωσής του – μιλά γιατί πρέπει κάτι να πει, όχι γιατί έχει κάτι να πει. Πώς σταθμίζει ο ίδιος, και η κυβέρνηση στην οποία μετέχει, τους διάφορους παράγοντες από τους οποίους εξαρτάται η απόφαση για το άνοιγμα των Γυμνασίων; Δεν θα βγάλετε άκρη. Ο κ. Προδρόμου μιλά σαν ουδέτερος ρεπόρτερ ή απλός κλητήρας όχι ως συν-λήπτης αποφάσεων.
Μέχρι πριν λίγες εβδομάδες, η ΣΕΕ ήταν αντίθετη με το άνοιγμα των Γυμνασίων. Ποτέ μου δεν κατάλαβα γιατί. Διεθνείς μελέτες έχουν δείξει ότι το άνοιγμα των σχολείων, αν εφαρμόζονται τα κατάλληλα πρωτόκολλα, δεν αυξάνει σημαντικά το ρίσκο διάδοσης της πανδημίας (https://www.wsj.com/articles/cdc-presses-k-12-schools-to-reopen-11613156400?mod=article_inline). Τον περασμένο Φλεβάρη, το έγκυρο Κέντρο Ελέγχου Νοσημάτων (CDC) των ΗΠΑ σύστησε στις πολιτειακές κυβερνήσεις να ανοίξουν τα σχολεία πριν ανοίξουν μη ουσιώδεις επιχειρηματικές δραστηριότητες. Τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι το πρόσφατο άνοιγμα των σχολείων της Νέας Υόρκης δεν επιδείνωσε ουσιωδώς τη μετάδοση του ιού στην πόλη (https://www.nytimes.com/2021/03/10/world/nyc-schools-covid-transmission-study.html). Ο Φορέας Δημόσιας Υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου ανακοίνωσε, τον περασμένοι μήνα, ότι τα σχολεία δεν συνιστούν κύρια πηγή διάδοσης του ιού (https://www.bbc.com/news/uk-northern-ireland-56061942). Στην Κύπρο, ο υπουργός Υγείας ανέφερε τις προάλλες ότι η πρόσφατη αύξηση του αριθμού των νοσηλευομένων οφείλεται στο τριήμερο του καρναβαλιού (https://riknews.com.cy/article/2021/3/24/konstantinos-ioannou-e-auxese-ton-noseleuomenon-einai-to-apotelesma-tou-triemerou-tou-karnabaliou/).
Δεν αρνούμαι ότι η ΣΕΕ γνωρίζει καλύτερα την επιδημιολογική εικόνα της Κύπρου. Γιατί, όμως, εισηγήθηκε το άνοιγμα των Δημοτικών και των Λυκείων, αλλά όχι των Γυμνασίων; Γιατί εισηγήθηκε το άνοιγμα μη ουσιωδών δραστηριοτήτων, όπως εν μέρει τα καφέ και η εστίαση, αλλά όχι το άνοιγμα των Γυμνασίων; Τους έθεσαν, άραγε, τα κατάλληλα ερωτήματα οι πολιτικοί προϊστάμενοί τους;
Αλλάζοντας τη μέχρι τώρα εισήγησή της, η ΣΕΕ μιλά τώρα για «αλλαγή στρατηγικής» στην αντιμετώπιση της πανδημίας. «Φοβόμαστε ότι θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε τα επόμενα χρόνια τις επιπτώσεις του παρατεταμένου εγκλεισμού των παιδιών και οι επιπτώσεις αυτές, περιλαμβάνουν περιορισμό της ψυχοκοινωνικής ανάπτυξης, παιδική παχυσαρκία, άλλα μεταβολικά νοσήματα όπως σακχαρώδη διαβήτη, βίαιη και αντιδραστική συμπεριφορά, αγχώδη διαταραχή, επιδείνωση των προβλημάτων υγείας που ήδη έχουν», δήλωσε ο επικεφαλής της ΣΕΕ κ. Τσιούτης. Η αντιμετώπιση της πανδημίας, συνεχίζει, «δεν μπορεί να περιορίζεται άλλο αποκλειστικά σε μεμονωμένες επιδημιολογικές παρατηρήσεις» (https://www.philenews.com/koinonia/eidiseis/article/1154505/allag-stratigkis-kata-tis-covid-zitoyn-epidimiologi) .
Σε απλά ελληνικά, ο κ. Τσιούτης μας λέει τώρα ότι η υγεία των παιδιών μας είναι πολύ σημαντική για να την αφήσουμε στους επιδημιολόγους! Τον ευχαριστούμε γι’ αυτή την αργοπορημένη κατανόηση. Ως γονείς το γνωρίζαμε ανέκαθεν. Αν οι πολιτικοί του προϊστάμενοι έκαναν καλά τη δουλειά τους, θέτοντάς του τα κατάλληλα ερωτήματα, ίσως τον οδηγούσαν στο ίδιο συμπέρασμα νωρίτερα. Η εμπειρογνωμοσύνη του είναι μεν σεβαστή, αλλά δεν παύει να είναι μια «δόξα» (γνώμη). Στη δημοκρατική πολιτεία τη συλλογική «δόξα» εκφράζουν οι δημοκρατικά νομιμοποιημένοι αξιωματούχοι – αρκεί να κάνουν με σοβαρότητα και ευθυκρισία τη δουλειά τους!
Η ΣΕΕ εισηγείται τώρα το άνοιγμα των Γυμνασίων αλλά η κυβέρνηση το απέρριψε. Γιατί; Διότι, φυσικά, «η επιδημιολογική κατάσταση παραμένει κρίσιμη»! Δηλαδή; Κάτι πιο συγκεκριμένο; Κάτι καλύτερα αιτιολογημένο; Σε τι βαθμό οφείλεται η «κρισιμότητα» της κατάστασης στο άνοιγμα των Δημοτικών και των Λυκείων; Γιατί άνοιξαν μη ουσιώδεις τομείς της οικονομίας; Γιατί τα παιδιά μας μπορούν να βολτάρουν στα Mall αλλά δεν μπορούν να πάνε στο σχολείο τους; Γιατί ο Πρόεδρος να μπορεί να τρώει σουβλάκια με την παρέα του αλλά τα παιδιά μας να αποκλείονται από τα σχολεία τους, όταν, επαναλαμβάνω, οι πλείστες διεθνείς μελέτες τονίζουν ότι τα σχολεία, με τα κατάλληλα μέτρα, δεν συνιστούν σημαντικό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία;
Ρητορικά τα ερωτήματά μου. Την ξέρουμε την απάντηση. Τα οργανωμένα οικονομικά συμφέροντα είναι πιο ισχυρά από τους ανοργάνωτους γονείς. Η τηλεκπαίδευση συντηρεί την προσποίηση ότι, παρά την πανδημία, η εκπαιδευτική λειτουργία διεκπεραιώνεται επαρκώς. Η διακυβέρνηση είναι πολύ πιο εύκολη όταν οριζοντίως απαγορεύεις από όταν ενεργείς στοχευμένα, μεθοδικά και ριψοκίνδυνα. Οι ειδικοί καμώνονται ότι τα ξέρουν όλα και οι υπουργοί ότι κυβερνούν. Το θύμα είναι τα παιδιά μας.
*Ο Χαρίδημος Κ. Τσούκας είναι Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου (www.htsoukas.com) και μέλος του 77μελούς συμβουλίου του “Νέο Κύμα – Η Άλλη Κύπρος”.