Χωρίς Επίγνωση δε λαμβάνονται Μέτρα
Με ανοικτή μας ανακοίνωση στο ΚΥΠΕ στις 07 Νοεμβρίου 2020 είχαμε αναφέρει ότι δεν θα παρευρεθούμε στη σύσκεψη με άλλους φορείς, την οποία διοργάνωσε το Προεδρικό Μέγαρο. Ο λόγος είναι, όπως είχαμε εκτιμήσει, μια τέτοια συζήτηση δεν αφορούσε την ουσία του θέματος και δεν άγγιζε την καρδιά του προβλήματος αλλά ήταν προσχηματική για επικοινωνιακά οφέλη.
Ελπίζαμε να κάναμε λάθος, διότι το Κράτος μας χρειάζεται όσο ποτέ άλλοτε τον αρχηγό του να δίδει το παράδειγμα, πρωτοστατώντας στην αντιμετώπιση της διαφθοράς. Οι εξελίξεις των γεγονότων όμως, αντί να μας καθησυχάζουν, μας ωθούν σε συνεχή επαγρύπνηση. Έκτοτε, δεν βλέπουμε τίποτα άλλο παρά τη συνέχιση μιας κούφιας επικοινωνιακής τακτικής της Κυβέρνησης και διαφόρων κομμάτων. Με λύπη μας παρατηρούμε ότι η πρόθεση της Κυβέρνησης είναι να αντιμετωπίσει το τερατούργημα της διαφθοράς με ήπιο, φορμαλιστικό τρόπο και με σεμινάρια ενημέρωσης κατά της διαφθοράς. Ουσιαστική αντιμετώπιση του προβλήματος δεν έχουμε δει.
Η διαφθορά κλονίζει τον τόπο μας σε βαθμό άνευ προηγουμένου. Ο δεύτερος τη τάξει στη Δημοκρατία, τέως Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων εμπλέκεται σε τεράστια σκάνδαλα μεγατόνων. Ο κόσμος απαιτεί ενδελεχή διερεύνηση του συνόλου του κυπριακού επενδυτικού προγράμματος πολιτογραφήσεων, παραδειγματικές τιμωρίες και λήψη αποτελεσματικών μέτρων.
Δεν παρευρεθήκαμε στη συνάντηση στο Προεδρικό Μέγαρο μαζί με τα άλλα οργανωμένα σύνολα, διότι αυτό που είδαμε στην εξαγγελλία των μέτρων ουδόλως τιμά το νόημα και το πνεύμα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την καταπολέμηση της διαφθοράς, την οποία υιοθετούμε ανεπιφύλακτα με αναφορές στο Θεματικό Eνημερωτικό Δελτίο Ευρωπαϊκού Εξαμήνου Καταπολέμηση της Διαφθοράς: bit.ly/32YjH2A (στο εξής «η Έκθεση»). Στη σελ. 2 της Έκθεσης αναφέρεται ότι:
Στην έννοια της μείζονος διαφθοράς περιλαμβάνονται οι συναλλαγές μεταξύ ανώτερων κλιμακίων των εθνικών και τοπικών διοικήσεων, κορυφαίων αξιωματούχων πολιτικών κομμάτων, εκλεγμένων πολιτικών και συμφερόντων του ιδιωτικού τομέα. Η διαφθορά μικρής κλίμακας λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο της αλληλεπίδρασης μεταξύ χαμηλότερων κλιμακίων της δημόσιας διοίκησης και μεμονωμένων πολιτών.
Η Λερναία Ύδρα της διαφθοράς δεν αντιμετωπίζεται με γραφειοκρατία ούτε με υπεκφυγές. Πρώτα χρειάζεται να εντοπιστεί η αχίλλειός της πτέρνα, κάτι που μόνο με την εντατικοποίηση των ερευνών των «χρυσών διαβατηρίων» μπορεί να γίνει κατορθωτό.
Πότε υπήρξε εντοπισμός της διαφθοράς στον τόπο μας και προχωρήσαμε σε μέτρα; Πιστεύουμε πως, συλλογικά, χάνουμε το νόημα που μας υπενθυμίζουν οι Ευρωπαϊκοί Θεσμοί. Εντοπισμός και επίγνωση και μετά μέτρα, όχι το αντίστροφο.
Η σημασία της επίγνωσης της διαφθοράς είναι εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση στον πόλεμο κατά αυτής. Έχουμε ήδη παρατηρήσει το προσχέδιο της Κυβέρνησης για τη δέσμη μέτρων όπως κοινοποιήθηκε στα ΜΜΕ ημερ. 12.11.2020, υπό τον τίτλο «Κράτος Δικαίου – Διαφάνεια – Λογοδοσία», με σκοπό την εφαρμογή Εθνικής Στρατηγικής κατά της Διαφθοράς. Με λύπη μας παρατηρούμε ότι οι εισηγήσεις, τόσο της Κυβέρνησης όσο και διαφόρων κομμάτων, παραβλέπουν την ίδια την προσέγγιση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ότι πριν τη λήψη μέτρων χρειάζεται πρωτίστως επίγνωση της διαφθοράς. Στις σελ. 2 και 3 της Έκθεσης αναφέρεται ότι:
“2.1. Μέτρηση της διαφθοράς
Για τον σχεδιασμό στρατηγικής για την καταπολέμηση της διαφθοράς, είναι απαραίτητο να γίνει κατανοητό το επίπεδο της διαφθοράς και οι μορφές τις οποίες λαμβάνει σε οποιαδήποτε συγκεκριμένη χώρα, και να προσδιοριστούν, αφενός, οι τομείς όπου παρατηρείται υψηλός κίνδυνος και, αφετέρου, οι σχετικοί λόγοι. Ωστόσο, η συλλογή αξιόπιστων δεδομένων σχετικά με τα επίπεδα της διαφθοράς συνιστά ιδιαίτερη πρόκληση, δεδομένου ότι η διαφθορά ανθίζει ακριβώς όταν παραμένει κρυφή “
“Η πραγματική πολιτική βούληση αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για αποτελεσματικές, για μακροπρόθεσμες εθνικές μεταρρυθμίσεις. Συνίσταται στην επίγνωση των ζητημάτων διαφθοράς σε πολιτικό επίπεδο, στην ιεράρχηση των πόρων για την εφαρμογή των πολιτικών καταπολέμησης της διαφθοράς, στον καθορισμό σαφών και απτών στόχων και στη διαμόρφωση ενός γενικού κλίματος πολιτικής λογοδοσίας. Τα μέτρα για τη μείωση της διαφθοράς, της σύγκρουσης συμφερόντων και της ευνοιοκρατίας πρέπει να συνδέονται με βαθιές διαρθρωτικές αλλαγές και αλλαγή νοοτροπίας στους δημόσιους φορείς και στην ευρύτερη κοινωνία, και να μην περιορίζονται μόνο στη θέσπιση νομοθεσίας και στη διασφάλιση μιας τυπολατρικής συμμόρφωσης προς αυτήν.”
Ζητούμε επομένως στο τωρινό στάδιο να εντατικοποιηθεί η διερεύνηση της διαφθοράς και όχι να προχωρούμε σε μια επιφανειακή λήψη μέτρων με επικοινωνιακό χαρακτήρα. Τα προτιθέμενα μέτρα, χωρίς ορθή επίγνωση του προβλήματος, θα παραμείνουν μετέωρα, διότι δεν βασίζονται προηγουμένως σε «εξακριβωμένα αξιόπιστα δεδομένα», όπως επικαλείται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Παρατηρούμε ότι ο έλεγχος από τη Ελεγκτική Υπηρεσία είναι απαραίτητος, για να λειτουργεί το Κράτος μας. Αφορά έναν εξωτερικό έλεγχο ισχυρότερο από έναν έλεγχο εσωτερικής φύσεως.
Περαιτέρω, εφόσον η διεξαγωγή έρευνας από το Γενικό Ελεγκτή απαιτείται από το δημόσιο συμφέρον, υπάρχει αυξημένη υποχρέωση μιας τέτοιας έρευνας.
Τα πρώτα αξιόπιστα δεδομένα που μας υπολείπονται αφορούν τα αποτελέσματα της έρευνας των «χρυσών διαβατηρίων», αποτελέσματα τα οποία διακαώς ζητεί η κοινωνία και τα οποία αφορούν την πρώτη μας συγκεκριμένη πρόταση.
Παραθέτουμε παρακάτω συγκεκριμένες προτάσεις για την αντιμετώπιση του θέματος:
- Δώστε στην Ελεγκτική Υπηρεσία πρόσβαση στους φακέλους
Σας καλούμε να συγκαλέσετε αμέσως το Υπουργικό Συμβούλιο και να καταρτίσετε, όπως δικαιούστε κατά την απόλυτή σας κρίση, ημερήσια διάταξη του Συμβουλίου με μοναδικό θέμα ημερήσιας διάταξης την πρόσβαση του Γενικού Ελεγκτή στους φακέλους του Υπουργείου Εσωτερικών. Οι πιο πάνω εξουσίες γνωρίζουμε ότι σας παραχωρούνται από τα άρθρα 55-56 του Συντάγματος. Στην σπάνια περίπτωση άρνησης του Υπουργικού Συμβουλίου να εκτελέσει τις εντολές σας, αναπέμψτε στο αρμόδιο όργανο την απόφασή τους για επανεξέταση, όπως απορρέει από το άρθρο 57 του Συντάγματος.
Σε περίπτωση και πάλι που υπάρχει άρνηση του Υπουργού Εσωτερικών να συμμορφωθεί προς τις εντολές σας για παράδοση φακέλων, τότε παύστε τον με βάση το Σύνταγμα (άρθρο 59). Είναι γεγονός, κύριε Πρόεδρε, ότι στη φαρέτρα των εξουσιών σας υπάρχει σωρεία επιλογών, από ήπια μέχρι δραστικότερα μέτρα. Σας καλούμε να πράξετε ανάλογα.
Σχετικά με την υπεροχή σας έναντι των Υπουργών σας, θυμίζουμε τα όσα αναφέρει ο έγκριτος παρασημοφορημένος πολιτικός αναλυτής διεθνούς φήμης, Παύλος Ν. Τζερμιάς, στο σύγγραμμα του «Ιστορία της Κυπριακής Δημοκρατίας» (3η Έκδοση, 1998). Επιφανείς πολιτικοί επιστήμονες και ιστορικοί επιβεβαιώνουν την επιστημονική ακρίβεια, την κριτική θεώρηση και την αντικειμενικότητα του συγγράμματος. Στη σελ. 438 αυτού αναφέρονται τα εξής:
«Εν τούτοις η εξουσία των υπουργών ήταν εν πολλοίς θεωρητική – όχι μόνο λόγω της εξάρτησης τους από τον πρόεδρο και αντίστοιχα τον αντιπρόεδρο (και όχι από τη Βουλή των Αντιπροσώπων), αλλά και επειδή ο πρόεδρος κι ο αντιπρόεδρος είχαν αποφασιστικό ρόλο ως προς τη σύγκληση του υπουργικού συμβουλίου και την κατάρτιση της ημερήσιας διάταξης (άρθρα 55 και 56). Έτσι δεν είχε και πολλή σημασία, πως συμμετείχαν στις συνεδριάσεις του υπουργικού συμβουλίου χωρίς δικαίωμα ψήφου (άρθρα 48,β και 49, β).»
- Υποστηρίξτε τον Γενικό Ελεγκτή στο έργο του
Υπάρχει αυξημένη υποχρέωση διερεύνησης για ένα τόσο ζωτικής σημασίας ζήτημα για τον τόπο. Ο Γενικός Ελεγκτής είναι απαραίτητος όσο ποτέ άλλοτε. Δεν είναι μόνο καθήκον του να διερευνήσει, ούτε πολυτέλεια που εναπόκειται στον ίδιο. Είναι προπάντων υποχρέωσή του προς την ίδια την Πολιτεία, όπως άλλωστε ορίζει και το ίδιο το Σύνταγμα.
Ο Γενικός Ελεγκτής θα πρέπει να ελέγξει ένα προς ένα τα διαβατήρια που δόθηκαν από την αρχή του προγράμματος πολιτογραφήσεων. Υποστηρίζουμε αυτή μας τη θέση με επιβεβαίωση της σπουδαιότητας του έργου της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, στη γνωστή σε νομικούς κύκλους απόφαση του ιδίου του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Γιάλλουρος ν. Συμβουλίου Aποχετεύσεων Λευκωσίας (1990) 3 ΑΑΔ 3532, ημερ. 25 Οκτωβρίου, 1990. Στην απόφαση αναφέρεται ότι:
«Ο Γενικός Ελεγκτής και ο Βοηθός Γενικός Ελεγκτής είναι ανεξάρτητοι Αξιωματούχοι της Δημοκρατίας. Διορίζονται από τον Αρχηγό της Πολιτείας και όχι από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας και διατηρούν το αξίωμά τους όπως οι Δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η Ελεγκτική Υπηρεσία δεν υπάγεται σε οποιοδήποτε Υπουργείο.
Το Κεφάλαιο ΙΙ του Μέρους VI – Άρθρα 115, 116 και 117 – του Συντάγματος αναφέρεται στο θεσμό του Γενικού Ελεγκτή και του Βοηθού Γενικού Ελεγκτή. Ο Γενικός Ελεγκτής είναι ο εξωτερικός ελεγκτής του Κράτους και διεξάγει εξωτερικό έλεγχο. Η έκταση του ελέγχου και η φύση του είναι πολύ μεγαλύτερη εκείνων του εσωτερικού ελέγχου. Ο έλεγχός του επεκτείνεται στο διαχειριστικό και διοικητικό έλεγχο, εκτός από τον τακτοποιητικό έλεγχο.
Η νομοθεσία, με την οποία ιδρύονται οργανισμοί δημοσίου δικαίου, προβλέπει έλεγχό τους από το Γενικό Ελεγκτή – (βλ. Άρθρο 31(2) του Νόμου). Ο έλεγχος είναι απαραίτητο στοιχείο στην κανονική λειτουργία των Κρατικών Υπηρεσιών και των οργανισμών δημοσίου δικαίου.
Ο Αριστοτέλης στο βιβλίο του “Τα Πολιτικά” είπε:- “Και προς αποφυγήν της καταχρήσεως των δημοσίων, να παραδίδονται ταύτα παρόντων πάντων των πολιτών και να κατατίθενται αντίγραφα των πρωτοκόλλων της παραδόσεως εις τα αρχεία των φατριών και των λόχων και των φυλών.
Εκτός από τη νομική πλευρά του θέματος, το δημόσιο συμφέρον απαιτούσε πράγματι τη διεξαγωγή έρευνας σε τόσο ζωτικά θέματα, τα οποία αφορούν το κοινό, γενικά, και για τα οποία το ευρύ κοινό έχει και συμφέρον και ευαισθησία.»
Είμαστε ενήμεροι περί της προσωρινής ανακωχής μεταξύ Γενικού Εισαγγελέα και Γενικού Ελεγκτή επί του ζητήματος παράδοσης φακέλων. Ούτε αυτή όμως σας δεσμεύει και ούτε αυτή υπερισχύει του Συντάγματος. Ουδεμία διευθέτηση ανεξάρτητων αξιωματούχων μπορεί να παραμερίσει την ανάγκη ελέγχου σε ζωτικά θέματα που άπτονται του δημοσίου συμφέροντος, όπως ο δραστικός έλεγχος από την Ελεγκτική Υπηρεσία. Το δικαίωμα του Γενικού Ελεγκτή στον έλεγχο δεν είναι μόνο δικαίωμα αλλά και συνάμα συνταγματική υποχρέωση.
Για άρση κάθε ασάφειας, δεν υποστηρίζουμε ότι η θέση του Γενικού Εισαγγελέα είναι λανθασμένη. Ως Ανεξάρτητος Αξιωματούχος κατέληξε σε αυτή τη θέση για διαφορετικούς λόγους, παρατηρώντας το ζήτημα από τη δική του ξεχωριστή θεσμική πτυχή. Όμως η επιστολή μας απευθύνεται σε εσάς κύριε Πρόεδρε, τον Αρχηγό της Πολιτείας, που εκ καθήκοντος είναι υπεύθυνος να παρατηρεί οξυδερκώς τις περαιτέρω πτυχές των ζητημάτων, πόσο μάλλον του ζητήματος των «χρυσών διαβατηρίων» που αποτελεί καρκίνωμα για την Πολιτεία μας.
Ως προς τη θέση μας ότι δεν υπάρχει δέσμευση της Εκτελεστικής Εξουσίας, παρά μόνο καθοδήγηση σε γνωμοδότηση του Γενικού Εισαγγελέα, έστω και αν είναι ο νομικός της σύμβουλος, παραθέτουμε απόσπασμα από την απόφαση Εμμανουήλ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Ε.Δ.Υ, Υπόθεση Αρ. 6/2007, 26 Μαρτίου 2009,όπουαναφέρθηκαν τα εξής:
Ο Γενικός Εισαγγελέας εδώ δεν λειτούργησε ως διοικητικό όργανο ούτε εξέδωσε πράξη που έχει το χαρακτήρα πειθαρχικής φύσης, ή κύρωσης ή δυσμενούς φύσης. Ούτε και η γνωμοδότηση ενείχε άμεση νομική ισχύ, αλλά ήταν μόνο συμβουλευτική ως προς την υπόσταση των αδικημάτων, αφήνοντας τα περαιτέρω, ως προς το είδος της ποινής, στο ίδιο το αποφασίζουν διοικητικό όργανο. (Δαγτόγλου: Γενικό Διοικητικό Δίκαιο α΄ έκδ. 1977, σελ. 142-143).
Στο άρθρο 113.1. του Συντάγματος, κύριε Πρόεδρε, εντοπίζουμε μόνο το μεμονωμένο λεκτικό ότι ο Γενικός Εισαγγελέας είναι ο νομικός σύμβουλος της Δημοκρατίας και της Εκτελεστικής Εξουσίας. Δεν εντοπίζουμε κάτι άλλο που να προνοεί ρητώς ότι οι γνωμοδοτήσεις του Γενικού Εισαγγελέα είναι δεσμευτικές και χρήζουν υπακοής. Εάν συνέβαινε κάτι τέτοιο, θα ήτο ρητώς διατυπωμένο στο Σύνταγμά μας, το οποίο θεωρείται από τα πιο λεπτομερειακά συντάγματα παγκοσμίως (S.A. De Smith).
Μια τέτοια ρητή πρόνοια μπορεί να εντοπιστεί μόνο σε ξένες δικαιοδοσίες, ενδεικτικά στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, όπου υπάρχει ρητή νομοθετική δέσμευση προς τούτο. Αναφερόμαστε στο άρθρο του William N. Thompson, ‘Transmission or Resistance: Opinions of State Attorneys General and the Impact of the Supreme Court’, 9 Val. U. L. Rev. 55 (1974) στη σελ. 62 που βρίσκεται διαθέσιμο στον σύνδεσμο https://scholar.valpo.edu/vulr/vol9/iss1/3 όπου αναφέρεται το εξής:
In several jurisdictions, there is a binding quality to an attorney general’s opinion. For instance, a Pennsylvania statute provides: “It shall be the duty of any department . . . having requested and received legal advice from the Department of Justice to follow the same . . . [PA. STAT. ANN. tit. 71, § 192 (Cum. Supp. 1974).]
Με τα παραπάνω αποσπάσματα κύριε Πρόεδρε, αντιλαμβανόμαστε ακόμη περισσότερο ότι οι γνωμοδοτήσεις ουδόλως σας δεσμεύουν. Είναι μόνο συμβουλευτικές στη φύση τους, αφήνοντας τα περαιτέρω λαμβανόμενα μέτρα σε εσάς τον ίδιο ως Αρχηγό της Πολιτείας. Σας παρακαλούμε να επικεντρωθείτε στα “Χρυσά Διαβατήρια”. Δώστε στον τόπο πρώτα τα αξιόπιστα δεδομένα που χρειάζονται για την αντιμετώπιση της διαφθοράς. Δώστε στους πολίτες ουσιαστική ενημέρωση. Ξεκαθαρίστε το τοπίο και κάντε όλες τις διαδικασίες διαφανείς.
Αν υπάρχει πραγματική βούληση εκ μέρους σας ως πρώτου τη τάξει στη Δημοκρατία, τον οποίο ο κόσμος τιμά και ανέδειξε δύο φορές αρχηγό με ψήφο εμπιστοσύνης, τότε μπορούμε να αντιληφθούμε ότι όχι μόνο μπορείτε, αλλά είστε ικανότατος να κάνετε την ανατροπή στις υποθέσεις διαφθοράς. Εάν υπάρχει πραγματική πολιτική βούληση, τότε αδράξτε την ευκαιρία.
Με ορθά βήματα και υπό την καθοδήγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής οι μεταρρυθμίσεις σας κατά της διαφθοράς όχι μόνο θα έχουν αποτέλεσμα, αλλά θα μείνουν ανεξίτηλες στην πολιτική ιστορία αυτού του τόπου.
Νέο Κύμα – Η Άλλη Κύπρος.