Το Νέο Κύμα – Η Άλλη Κύπρος καταδικάζει την αυταρχική συμπεριφορά των κυβερνώντων, οι οποίοι απαξιώνουν και κουρελιάζουν τις δικαστικές αποφάσεις που κρίνουν ως παράνομες τις ενέργειές τους.
Ειδικότερα, το Διοικητικό Δικαστήριο με απόφασή του, ημερομηνίας 8 Δεκεμβρίου 2020, σε προσφυγή του Συνταγματάρχη Ζωνιά, ακύρωσε την απόφαση του Ανώτερου Συμβουλίου Κρίσεων να τον αποστρατεύσει και έκρινε, παράλληλα, ως άκυρη την απόφαση προαγωγής τεσσάρων Ταξιαρχών.
Το Δικαστήριο στη μακροσκελή του απόφαση αποφάνθηκε ότι το Ανώτερο Συμβούλιο Κρίσεων δεν είχε προβεί στην απαιτούμενη, βάσει των κανονισμών, έρευνα που όφειλε να εκπονήσει, προκειμένου να καταλήξει σε διαπιστώσεις με βάση τις οποίες να μπορεί να αποστρατεύσει τον εν λόγω Συνταγματάρχη. Σημείωσε, ακόμη, ότι το Συμβούλιο απέτυχε να συμμορφωθεί με όσα επιτάσσονται εκ του σχετικού Κανονισμού και να προβεί στην αξιολόγηση αριθμού παραγόντων (π.χ. αξιολόγηση της εν γένει κατάστασης, του επιχειρησιακού σχεδιασμού, ανάγκες εξέλιξης κ.λ.π.). Τα όσα καταγράφονταν στο αιτιολογικό της απόφασης του Συμβουλίου συνιστούσαν απλή επανάληψη του κανονιστικού πλαισίου, χωρίς να παρατίθενται συγκεκριμένα στοιχεία και εξατομικευμένα δεδομένα.
Ακόμη, το Δικαστήριο υπογράμμισε ότι η επίκληση, η διερεύνηση αλλά και η εκτίμηση του δημοσίου συμφέροντος συνιστούν αναπόσπαστα στοιχεία του δικαστικού ελέγχου νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης και η απουσία εξατομίκευσης, με αναφορά σε συγκεκριμένα περιστατικά και δεδομένα, οδηγεί σε ελλιπή αιτιολογία.
Μετά την ακυρωτική απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου, ο Αρχηγός ΓΕΕΦ επικοινώνησε με τον Συνταγματάρχη και τον ενημέρωσε ότι επιστρέφει στην υπηρεσία και ότι τον έχει τοποθετήσει σε συγκεκριμένη μονάδα. Παραδόξως, την επόμενη ημέρα ο Αρχηγός ΓΕΕΦ επικοινώνησε ξανά με το Συνταγματάρχη, προκειμένου να τον ενημερώσει ότι έχει αποστρατευθεί εκ νέου από τις τάξεις της ΕΦ.
Το Νέο Κύμα – Η Άλλη Κύπρος υπενθυμίζει ότι η συμμόρφωση της Διοίκησης προς τις δικαστικές αποφάσεις συνιστά την κατεξοχήν πτυχή και έκφανση της αρχής της νομιμότητας και του κράτους δικαίου. Η υποχρέωση αυτή της Διοίκησης δεν εξυπηρετεί, άλλωστε, μόνο τα ιδιωτικά συμφέροντα των πολιτών που εμπλέκονται στη συγκεκριμένη διαφορά, αλλά και το ευρύτερο συμφέρον του κοινωνικού συνόλου για την ύπαρξη μίας ευνομούμενης Πολιτείας. Εξάλλου, ο συντακτικός νομοθέτης του 1960, προφανώς υπό τον φόβο της θεσμικής απαξίας που ενέχει η μη εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων για το κράτος δικαίου και τη συντεταγμένη Πολιτεία, την ανήγαγε σε ρητή συνταγματική υποχρέωση.
Σύμφωνα με το Άρθρο 146.5 του Συντάγματος η Διοίκηση έχει καθήκον για ενεργό συμμόρφωση με την ακυρωτική δικαστική απόφαση. Η υποχρέωση αυτή συνίσταται στην εξαφάνιση των αποτελεσμάτων της ακυρωθείσας πράξης, στην αποκατάσταση των πραγμάτων στη θέση που ήταν πριν από την έκδοση της ακυρωθείσας απόφασης και, εν συνεχεία, στην επανεξέταση της ακυρωθείσας απόφασης και την έκδοση νέας απόφασης, με πλήρη συμμόρφωση με το δεδικασμένο της ακυρωτικής απόφασης.
Κατά τη διενέργεια της επανεξέτασης, η Διοίκηση δεσμεύεται από τα νομικά και πραγματικά δεδομένα που αποτέλεσαν λειτουργικά ευρήματα και οδήγησαν στην ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, ενώ παράλληλα οφείλει να συμμορφωθεί με την ακυρωτική απόφαση και να διορθώσει όσα κρίθηκαν ως εσφαλμένα. Κοντολογίς, η πεμπτουσία της υποχρέωσης συμμόρφωσης της Διοίκησης σε ακυρωτική απόφαση έγκειται στην υποχρέωσή της να απέχει από κάθε ενέργεια αντίθετη προς τα κριθέντα με την απόφαση, δηλαδή να απέχει από την εκτέλεση της ακυρωθείσας πράξης και να μην επαναλάβει την πράξη ή τη συμπεριφορά που έχει ελεγχθεί ως παράνομη.
Η ετσιθελική, εκ νέου, αποστράτευση του Συνταγματάρχη, πράξη που αντιστρατεύεται τα λειτουργικά ευρήματα της σχετικής ακυρωτικής απόφασης συνιστά περιφρόνηση της απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου. Τα νοσηρά αυτά φαινόμενα της μη συμμόρφωσης με τις δικαστικές αποφάσεις οδηγούν σε καταστάσεις δεσποτισμού εκ μέρους των κυβερνώντων, που συνθλίβουν την αρχή της νομιμότητας και υποσκάπτουν την έννοια του κράτους δικαίου.
Αναφέρουμε ότι από το 2017 εκκρεμεί νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης επί υπουργίας Ιωνά Νικολάου που αφορά τη συμμόρφωση της Διοίκησης προς τις δικαστικές αποφάσεις. Το νομοσχέδιο προνοεί μεταξύ άλλων την επιβολή χρηματικής κύρωσης στο αρμόδιο προς συμμόρφωση όργανο, αρχή ή πρόσωπο ύψους μέχρι πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) και επιπρόσθετη χρηματική κύρωση ύψους μέχρι διακοσίων ευρώ (€200) για κάθε μέρα συνέχισης της άρνησης συμμόρφωσης. Αναφέρουμε ότι αυτό το νομοσχέδιο μέχρι σήμερα δεν έχει εφαρμοστεί και εκκρεμεί ακόμη η ολοκλήρωση της εξέτασης του από τη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Αν το πιο πάνω ήταν σήμερα νόμος σε ισχύ, αμφιβάλλουμε κατά πόσο η παρατηρούμενη ανεπιθύμητη ανυπακοή θα εμφανιζόταν με τέτοιον προκλητικό τρόπο.