Αμφισβήτηση και μηδενισμός

Του Παναγιώτη Χριστιά*

Ο Λούντβιχ Βιτγκενστάιν (1889-1951) έγραψε τις τελευταίες γραμμές της πραγματείας του «Περί βεβαιότητας» λίγες μέρες πριν από τον θάνατό του. Το ημιτελές του έργο συνέβαλε σημαντικά στην κατανόηση των λογικών κανόνων που διέπουν το «παιχνίδι» της αμφισβήτησης. Η αμφισβήτηση έχει νόημα όταν ακολουθεί κάποιους κανόνες, όπως η κίνηση ενός πιονιού στο σκάκι έχει νόημα, όταν ακολουθεί τους κανόνες του «παιχνιδιού». Γράφει ο Βιτγκενστάιν: «Το ότι κάτι μοιάζει σε μένα ή σε όλους να είναι ορθό, δεν σημαίνει ότι είναι και ορθό. Αυτό που μπορούμε να ρωτήσουμε είναι αν έχει νόημα να το αμφισβητήσουμε». Το σημαντικότερο χαρακτηριστικό του «παιχνιδιού» της αμφισβήτησης είναι η ένταξή της στο πλαίσιο της καθημερινής μας ζωής και συμπεριφοράς, στον πρακτικό μας προσανατολισμό. Ενώ δηλαδή θεωρητικά μοιάζει εφικτό να αμφισβητήσουμε τα πάντα, κάτι τέτοιο πρακτικά στερείται νοήματος. Κι αυτό γιατί οι πράξεις μας επιβεβαιώνουν τις πεποιθήσεις μας.

Για να κλονισθούν οι πεποιθήσεις μας πρέπει οι πράξεις μας να μας οδηγήσουν σε αδιέξοδο. Κάποια γεγονότα ή κάποιες νέες γνώσεις και ανακαλύψεις θέτουν εν αμφιβόλω τον τρόπο σκέψης μας, αλλάζουν το βλέμμα μας μέσα από μια διαδικασία ατομικής, συλλογικής και θεσμικής προσαρμογής στα νέα δεδομένα. Οι κοινωνίες μας αργά αλλά σταθερά μεταρρυθμίζονται, διαφοροποιείται ο «ιστός των πεποιθήσεών» μας, όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Willard van Orman Quine (1908-2000), ακολουθώντας τον Βιτγκενστάιν. Η αμφισβήτηση είναι αναπόσπαστος κρίκος των βεβαιοτήτων μας. Τα κοινωνικά συστήματα είναι σαν τις ξύλινες γιαπωνέζικες παγόδες, τις οποίες, για να τις διατηρήσεις, πρέπει να τους αλλάξεις όλα τα επιμέρους ξύλινα κομμάτια που σαπίζουν από τον καιρό και τη χρήση. Στο τέλος μπορείς με την ίδια βεβαιότητα να πεις ότι είναι ακριβώς ίδιες, όπως πριν από εκατό χρόνια ή ότι είναι εντελώς καινούργιες, διαφορετικές.

Σε περιόδους κρίσης, οι πεποιθήσεις μας, οι συνήθεις τρόποι σκέψης και πράξης μας τίθενται στη βάσανο των εξωτερικών συνθηκών. Παλαιές ιδέες αποδεικνύονται ξαφνικά επίκαιρες και νέες ιδέες εισέρχονται στο καθημερινό μας λεξιλόγιο. Υπό το βάρος των νέων δεδομένων, αναθεωρούμε πολλά από αυτά που πιστεύαμε για τον τρόπο ζωής μας, ιεραρχούμε εκ νέου τις ατομικές και συλλογικές μας προτεραιότητες, διαλεγόμαστε με τον παλιό εαυτό μας και προχωράμε μπροστά. Δυστυχώς, όμως, μέσα στον γενικό προβληματισμό στον οποίο επιδίδονται οι κοινωνίες μας για το μέλλον τους βρίσκουν έφορο έδαφος μηδενιστικές αντιλήψεις και συμπεριφορές. Παράλληλα με την αναστοχαστική διαδικασία επαναξιολόγησης των αρχών που διέπουν την κοινωνική μας συνύπαρξη λαμβάνει χώρα και μια μηδενιστική άρνηση της ίδιας της συνύπαρξης. Δεν είναι μόνο η βία και η καταστροφή που χαρακτηρίζουν τον μηδενισμό. Δεν πρέπει να σκεφτεί κανείς ότι η αλλαγή στον τρόπο σκέψης και στον τρόπο ζωής των πολύπλοκων ανθρώπινων κοινωνιών, ειδικά μετά τη βιομηχανική επανάσταση στις μεγάλες ευρωπαϊκές και αμερικανικές μητροπόλεις, είναι δεδομένη ή ειρηνική. Το εργατικό κίνημα, τα κινήματα των μειονοτήτων άλλαξαν το θεσμικό μας σύστημα μόνο μέσα από διαρκή πάλη και αναρίθμητες θυσίες. Ακόμη και αν η τάση προς την καταστροφή έχει ως έρεισμα την οργή και την αγανάκτηση, δεν θα μπορούσαμε εύκολα να τη χαρακτηρίσουμε μηδενιστική στον βαθμό που προτάσσει ένα συγκεκριμένο δίκαιο αίτημα. Όταν στις 4 Απριλίου του 1968 δολοφονείται στο Μέμφις του Τεννεσί ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, η είδηση κάνει αμέσως τον γύρο της Αμερικής. Για εβδομάδες οι αμερικανικές μεγαλουπόλεις παίρνουν φωτιά από τις εξεγέρσεις στα γκέτο των μαύρων. Η Αμερική καίγεται από την καταστροφική μανία μιας βασανισμένης μειονότητας που είδε τον ηγέτη της άγρια δολοφονημένο από μια ρατσιστική κοινωνία. Ποιος θα χαρακτήριζε αυτή τη βία μηδενιστική;

Ο μηδενισμός δεν είναι κίνημα ριζικής αμφισβήτησης των πάντων, ούτε δίκαιη οργή εναντίον ενός άδικου κόσμου, όπως λανθασμένα έχει επικρατήσει να πιστεύεται. Η αρχή του μηδενισμού δεν είναι ταυτόσημη με αυτή της αμφισβήτησης. Οι προκείμενες του μηδενισμού τον κατατάσσουν στην άλλη άκρη του γνωστικού φάσματος, στον τυφλό δογματισμό, στη μισαλλοδοξία και τον φανατισμό και κατά συνέπεια στην άρνηση του άλλου και του διαλόγου με τον άλλο. Ο μηδενισμός έχει βαθιές ρίζες στην Δυτική μεταφυσική. Ο Γερμανός φιλόσοφος Φρίντριχ Νίτσε (1844-1900) θεωρεί ότι η θεολογικής προέλευσης ριζική διάσταση ανάμεσα στον κόσμο τούτο και στον μελλοντικό κόσμο, ανάμεσα στην επίγεια δυστυχία και την ουράνια ευτυχία είναι η διαρκής πηγή του μηδενισμού. Η άρνηση του κόσμου τούτου του ατελούς στο όνομα ενός άλλου κόσμου, ενός ουράνιου ή επίγειου παραδείσου, αποτελεί το ιδεολογικό δηλητήριο για ακραίες συμπεριφορές, αφού όσο πιο γρήγορα καταστραφεί ο ψεύτικος τούτος κόσμος, τόσο πιο γρήγορα θα γνωρίσουμε τον αληθινό.

Αρχετυπική μορφή του μηδενισμού υπήρξε ο γνωστικισμός, η «Γνώση», εναντίον της οποίας πολέμησαν κατά την ύστερη αρχαιότητα τόσο ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Πλωτίνος όσο και ο απόστολος Παύλος. Οι γνωστικοί πίστευαν ότι οι ίδιοι ήταν οι μόνοι αληθινοί άνθρωποι, ριγμένοι μέσα σε μια ψευδαίσθηση. Ήταν δε οι μόνοι πεφωτισμένοι κάτοχοι αυτής της «γνώσης», ότι δηλαδή ο κόσμος στον οποίο νομίζουμε ότι ζούμε είναι επίπλαστος, κάλπικος, και εκείνοι μόνο είχαν μέσα τους τη φλόγα του αληθινού. Οι σύγχρονοι «γνωστικοί» μηδενιστές καταφέρονται κατά της «εξουσίας», κατά του «συστήματος» ή κατά του «καπιταλισμού» και μας καλούν να αρνηθούμε και να καταστρέψουμε με όλα τα μέσα αυτή την παραίσθηση, την οποία οι φιλήσυχοι και βολεμένοι αστοί ονομάζουν ζωή τους. Οι λέξεις «εξουσία», «σύστημα», «καπιταλισμός» και άλλες παρόμοιες δεν έχουν στο στόμα τους κανένα πραγματικό αντίκρισμα. Είναι όλες ισοδύναμα του ψεύτικου και αναυθεντικού κόσμου της γνωστικής θεολογίας. Οι σύγχρονοι «αντιεξουσιαστές» και «αντικαπιταλιστές» είναι, όπως και οι αρχαίοι γνωστικοί, μυημένοι στην υπέρτατη αλήθεια ότι μόνο αυτοί και οι ομοϊδεάτες τους είναι «αληθινοί», συνεπώς αδυνατούν να συνδιαλλαχθούν με την υπόλοιπη κοινωνία την οποία έχουν ήδη δικάσει και καταδικάσει σε αφανισμό.

Όμως, καμία κοινωνία δεν μπορεί να αναιρέσει όλες τις αρχές και αξίες στις οποίες στηρίζονται οι νόμοι, οι κανόνες, οι κώδικες και οι συμπεριφορές των πολιτών της. Κανένα οργανωμένο πολιτικό σύνολο δεν μπορεί να αυτοδιαλυθεί ελπίζοντας ότι κάποια μέρα θα βρεθεί ο ιδανικός τρόπος οργάνωσης, ο αιώνιος, ο αναλλοίωτος, ο αληθινός. Αντίθετα, οι κοινωνίες μας, για να επιζήσουν, καλούνται να αμφισβητούν διαρκώς τον εαυτό τους προς αναζήτηση νέων ισορροπιών σε διαρκώς μεταβαλλόμενες συνθήκες.

Παναγιώτης Χριστιάς είναι αν. καθηγητής του Πανεπιστημίου Κύπρου, εταίρος ερευνητικών κέντρων των Πανεπιστημίων Λωρραίνης και Στρασβούργου και μέλος του Νέου Κύματος – Η Άλλη Κύπρος.

New Wave News

Ενημερωθείτε πρώτοι για τις εξελίξεις και την πορεία του κινήματος!

* Με την αποστολή του email σας αποδέχεστε την επεξεργασία του για σκοπούς ενημέρωσής σας σχετικά με τα νέα του Κινήματος. Μπορείτε να αφαιρέσετε τα στοιχεία σας ανα πάσα στιγμή. Τα στοιχεία σας τυγχάνουν χειρισμού στη βάση της Πολιτικής Διαχείρισης Προσωπικών Δεδομένων του Κινήματος.

Νέο Κύμα - Volt Cyprus
X